.jpg)
Δηλαδή η προκλητική επίδειξη των «ερωτογενών σημείων» είναι αυτομάτως πρόσκληση για ερωτική πράξη; Και αν τάχα ναι, για ερωτική πράξη διά της βίας;
«Δεν καταλαβαίνω γιατί ο βιαστής είναι πιο κακός άνθρωπος από την κοπέλα που βγάζει τα βυζιά της απόξω, ή φορά τη φούστα και φαίνεται η κιλότα της· εγώ νομίζω πως τη βία τη ζητάει η ίδια, θέλει να τη βιάσουν…»
Θλιβεροί και επικίνδυνοι κοινοί τόποι, είτε λανθάνουν στον καθημερινό λόγο και την καθημερινή μας στάση, είτε διατυπώνονται απερίφραστα, όπως εδώ, με την αφελή μάλιστα αυταρέσκεια, όπως θα δούμε παρακάτω, πως αποτελούν ανατρεπτικές ιδέες.
Όμως το θέμα δεν είναι η κοινοτοπία καθαυτή, αλλά η επικινδυνότητα τέτοιων στερεοτύπων, επικινδυνότητα που μεγαλώνει όταν αυτά ενισχύονται από το κύρος προβεβλημένων εκπροσώπων του πνευματικού κατεστημένου.
Το κείμενο αυτό, στο μεγαλύτερο μέρος του, είχε μπει προσωρινά εδώ στο μπλογκ σαν υστερόγραφο στο "Με τα βυζιά απόξω".
Είναι γνωστή η ιστορία με τις δηλώσεις του ζωγράφου Κώστα Τσόκλη, που πέρασαν απαρατήρητες όταν διατυπώθηκαν σε τηλεοπτικό πορτρέτο του από τη ΝΕΤ πριν από 11 χρόνια, έτυχε όμως να επισημανθούν σε επανάληψη της εκπομπής φέτος τον Δεκαπενταύγουστο. Στον κόσμο του διαδικτύου υπήρξε ευρύτατος σχολιασμός, όχι όμως τόσο και στον υπέργειο κόσμο των εφημερίδων. Έτσι, αξίζει να σταθούμε λίγο στην υπόθεση, χωρίς σχόλια εντέλει, αφού άλλο δεν κάνει παρά να αναπαράγει γνωστή ιδεολογία, μια ιδεολογία που διέπει την πρακτική π.χ. των δικαστηρίων, αλλά γενικότερα και πιο πριν την κοινωνία ολόκληρη.
Ας δούμε όμως πρώτα το σχετικό κομμάτι του εξημμένου λόγου του Τσόκλη ολόκληρο, μια και ο ίδιος διαμαρτύρεται για την αποσπασματική χρήση των λόγων του (η έμφαση σε ορισμένες λέξεις, δική του):
«Πολλές φορές μιλάνε για βιαστές… Δεν καταλαβαίνω γιατί ο βιαστής είναι πιο κακός άνθρωπος από την κοπέλα που βγάζει τα βυζιά της απόξω, ή φορά τη φούστα και φαίνεται η κιλότα της· εγώ νομίζω πως τη βία τη ζητάει η ίδια, θέλει να τη βιάσουν. Δεν καταλαβαίνω γιατί η αστυνομία πιάνει τον άνθρωπο που τη βίασε, τον βάζει μέσα, και δεν βάζει αυτή την ίδια που τον προκαλεί. Αφού η φύση τον σπρώχνει να [το] κάνει αυτό. Έχω άλλες απόψεις για τα πράματα, πώς να σ’ το πω, ρε παιδί μου, δεν ξέρω. Θα ’θελα κάθε φορά που γίνεται ένας βιασμός, θα ’θελα να δω γιατί γίνεται, ποιος έφταιξε απ’ τους δυο.
»Ποιος είναι αλήθεια πιο ζωντανός άνθρωπος; Ο γερο-ηλίθιος που κάθεται στο σπίτι του και δεν έχει κανένα ερωτισμό μέσα του ή εκείνος που, ρισκάροντας τη ζωή του την ίδια, την ελευθερία του,επιτίθεται σ’ ένα πλάσμα σεξουαλικό και θέλει να το φιλήσει, να το αγκαλιάσει, να το σφίξει; Μα γιατί, ποιος είναι ο πιο καλός; Και πώς η ζωή θα γινότανε πιο ενδιαφέρουσα; Μ’ εκείνους τους ανέραστους, που δεν συγκινούνται μπροστά στο φαινόμενο, ή μ’ εκείνους που το πάθος, ξεχειλίζοντας, τους κάνει να επιτεθούν; Και δεν είναι ωραίο πράγμα στο κάτω-κάτω, η επίθεση, βρε παιδί μου. Να καταλάβεις αυτό το πράμα, αυτό που η φύση έπλασε προκλητικό, να το γευτείς, να το χαρείς. Είναι αναρχικές αυτές οι σκέψεις, το ξέρω· αλλά δεν είναι φυσικές;»
Η συνέχεια, έπειτα από το θόρυβο που προκλήθηκε, υπήρξε εξίσου, αν όχι περισσότερο, θλιβερή, με τον Τσόκλη να επιμένει ουσιαστικά στις απόψεις του: «Θα ήθελα πριν κρίνω και καταδικάσω, να γνωρίσω ψύχραιμα και λογικά τους λόγους και τις συνθήκες μια τέτοιας ερωτικής επίθεσης» ξαναλέει, ενώ σε απάντησή του στην ανοιχτή επιστολή ενός θύματος βιασμού δηλώνει πως μιλούσε «για Τέχνη και όχι για Ηθική» και πως βεβαίως εξαιρεί από τους Γενναίους της Ηδονής τον «απεχθή παιδεραστή» και τον «ψυχασθενή ο οποίος επιτίθεται σε ό,τι είναι θηλυκού γένους…»· αυτός μιλούσε, λέει, «για τον ερωτικό άνθρωπο που ερεθίζεται από την επίδειξη της ομορφιάς και των ερωτογενών σημείων του σώματος μιας γυναίκας…» κτλ.
Ας δεχτούμε τις πάντως ασύστατες «ερμηνευτικές» απόπειρες του Τσόκλη, και ας μείνουμε σε ένα μόνο σημείο, αφού έτσι κι αλλιώς, πέρα από την επιβεβλημένη προβολή της υπόθεσης, ελάχιστα θα άξιζε να σχολιάσει κάποιος. Ας μείνουμε εκεί όπου η επιδεικνύουσα τα «ερωτογενή σημεία του σώματός της», σύμφωνα με το ευπρεπισμένο τώρα λεξιλόγιο, «το υποτιθέμενο [!] θύμα (που πάει γυρεύοντας) [και άρα είναι] συνυπεύθυνο με τον θύτη», ας μείνουμε λέω στη γυναίκα που όντως προκαλεί.
Αλλά τι σημαίνει ότι μια γυναίκα προκαλεί; Η επίδειξη, η προκλητική επίδειξη των «ερωτογενών σημείων» είναι αυτομάτως πρόσκληση για ερωτική πράξη; Και αν τάχα ναι, για ερωτική πράξη διά της βίας;
Και η πρόκληση της τέχνης
Άρα η επιδεικτική ομορφιά ενός άλικου τριαντάφυλλου μας καλεί να το κόψουμε, και μάλιστα άτσαλα, μαδώντας το; Ένα έργο τέχνης μας καλεί να το κλέψουμε, καταστρέφοντάς το κιόλας;
Γιατί η τέχνη είναι συχνά προκλητική. Κάθε καινοτομία σε κάθε τέχνη, κάθε προχωρημένο για την εποχή του έργο, από τα τελευταία κουαρτέτα του Μπετόβεν ώς την ατονική μουσική ολόκληρη, συνιστά πρόκληση. Η σύγχρονη ζωγραφική, για να μείνουμε στα χωράφια του κ. Τσόκλη, είναι εξ ορισμού αλλά και συχνά εμπρόθετα προκλητική. Ο ίδιος ο κ. Τσόκλης είναι κατεξοχήν προκλητικός, στην τέχνη του και τις κατά καιρούς δηλώσεις του.
Και όσο για τα έργα του, προφανώς θα μπορεί να πάει κανείς κι από έρωτα να τα σηκώσει, τραυματίζοντας τον γκαλερίστα ή τον ίδιο το ζωγράφο, στο εργαστήρι του, και προπάντων καταστρέφοντάς τα, πάνω στην παραφορά της αρπαγής.
Όμως για τις δηλώσεις του, τι είδους βία τότε νομιμοποιείται;
Ηθικολογία και σχετικισμός
Το κείμενο αυτό, στο μεγαλύτερο μέρος του, είχε μπει προσωρινά εδώ στο μπλογκ σαν υστερόγραφο στο "Με τα βυζιά απόξω".
Για τον βιαστή που δεν είναι βιαστής αφού τον προκαλεί «το υποτιθέμενο θύμα» με «τα βυζιά της απόξω», σύμφωνα με την τρέχουσα, αγοραία «ηθική» την οποία αναπαρήγαγε ο Κ. Τσόκλης, γράφαμε στην περασμένη επιφυλλίδα. Περίσσεψαν όμως μερικές σκέψεις, που οφείλονται στην ίδια πάντοτε πηγή.
«Σήμερα το μόνο που μας απασχολεί είναι ότι ορισμένοι έκλεψαν. Και όλοι οι υπόλοιποι, που θα ήθελαν να κλέψουν αλλά δεν τα κατάφεραν ή δεν έπαιξαν σωστά ή δεν θέλησαν, κατηγορούν όσους έκλεψαν. Σε τι διαφέρει όμως ηθικά αυτός που σε κλέβει από εκείνον που θέλει να σε κλέψει;» Αυτήν τη ρητορική ερώτηση έκανε ο Κ. Τσόκλης σε πρόσφατη συνέντευξή του εδώ, στη Μαίρη Αδαμοπούλου (Νέα 3.7.10· υπογράμμισα εγώ).
Λέω να βγάλουμε προσωρινά το «ηθικά», με όλον το σχετικισμό του, γιατί διαφορετικά πολύ θα τον στενοχωρήσει το σχήμα του αυτό τον κ. Τσόκλη, εάν εφαρμοστεί σε άλλες του δηλώσεις, τις οποίες θα δούμε παρακάτω.
Και τότε στην ερώτηση: Σε τι διαφέρει αυτός που σε κλέβει από εκείνον που θέλει να σε κλέψει αλλά δεν σε κλέβει, θα έλεγα πως διαφέρει σε κάτι πολύ μεγάλο, απολύτως καθοριστικό: διαφέρει σ’ αυτό που λέγεται εκκοινωνισμός, κοινωνικοποίηση, σ’ αυτό που λέγεται πολιτισμός.
Γιατί όλοι κάποτε μπορεί να θέλουμε να κλέψουμε, να σκοτώσουμε, και μάλλον πολύ συχνά να σπάσουμε τα μούτρα κάποιου, ίσως και μόνο γιατί δε μας αρέσουν, αλλά δεν το κάνουμε.
Και αυτό εντέλει, αλλά και ουσιαστικά, έχει σημασία, για να είμαστε ακριβώς κοινωνία. Τα υπόλοιπα, οσοδήποτε σοβαρά κι αυτά, η αμαρτωλή επιθυμία και ο αμαρτωλός λογισμός, αφορούν τον εξομολόγο, τον παπά, τον ψυχοθεραπευτή. Ή αποτελούν κενή ηθικολογία.
Και η κενή ηθικολογία στην καλύτερη περίπτωση είναι απλώς αερολογία, ας πούμε αβλαβής. Στη χειρότερη, όμως, ανακυκλώνει κοινούς τόπους μιας αντιδραστικής ουσιαστικά ιδεολογίας. Δείτε εδώ: η εισαγωγική κιόλας φράση κουβαλάει πίσω της –αν δεν καταλήγει κιόλας εκεί– το περίφημο: «όλοι τους ίδιοι είναι», κάτι που δεν χρειάζεται πολύ για να φτάσει στο «μια χούντα μας χρειάζεται»!
Έτσι κι αλλιώς, η ηθικολογία την απεχθάνεται την ηθική· γιατί της βάζει δύσκολα, γιατί η ηθική θέλει δουλειά πολλή. Ενώ με την ηθικολογία, με δυο-τρία λόγια ηχηρά και εύληπτα, εύκολα ξεμπερδεύεις με οτιδήποτε, οσοδήποτε μεγάλο, σοβαρό και επικίνδυνο.
Και εδώ, αυτή η ισοπέδωση και μαζί η σχετικοποίηση των πάντων, που εκφράζεται με το «όλοι τους ίδιοι, κλέφτες είναι», στην πράξη επιτρέπει λ.χ. να εξακολουθήσεις να ψηφίζεις τους δικούς σου κλέφτες, ή να κλέψεις κι ο ίδιος. Αν δηλαδή πεις πως όλοι τους τα παίρνουν, θα μπορέσεις να πάρεις κι εσύ ό,τι μπορέσεις, το φακελάκι, το γρηγορόσημο κ.ο.κ., να κάνεις την όποια δική σου μικρολαμογιά.
Αλλά μήπως τον παρερμηνεύσαμε τον κ. Τσόκλη; Ωραία, ας επαναφέρουμε το επίρρημα «ηθικά».
Και ξαναδιαβάζω: «Σε τι διαφέρει ηθικά αυτός που σε κλέβει από εκείνον που θέλει να σε κλέψει;»
Και τώρα μπορώ, υποθέτω, ένα τέτοιο αξίωμα να το εφαρμόσω και σε όλες τις άλλες περιστάσεις, στο φόνο που είπα, στο σπάσιμο των μούτρων του άλλου κτλ. Στο θέμα μας φερειπείν, στο βιασμό: «Σε τι διαφέρει ηθικά αυτός που σε βιάζει από εκείνον που θέλει να σε βιάσει;»
Και διαβάζω από τις πρόσφατες, «ερμηνευτικές» δηλώσεις Τσόκλη, σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στον Θανάση Λάλα και τον Κωνσταντίνο Μπογδάνο: «Πάντως, για να καθησυχάσω τους θορυβηθέντες, τους διαβεβαιώ ότι δε βίασα ποτέ κανέναν, αν και δε σας κρύβω ότι αισθάνθηκα κάποιες φορές έντονα την επιθυμία να το κάνω, σαν... πολιτισμένος άνθρωπος που είμαι, πήγα να πω ευνουχισμένος».
Α, αυτό που λέγαμε, περί πολιτισμού, που όμως ο κ. Τσόκλης το εννοεί εντελώς διαφορετικά, εν προκειμένω απολύτως απαξιωτικά. Θλίβεται ο κ. Τσόκλης που είναι πολιτισμένος, και ως εκ τούτου ευνουχισμένος, και δεν μπορεί να βιάσει, όταν του ’ρθει.
Ας διαφυλάξουμε ωστόσο κάτι από τη σοβαρότητά μας. Δεν έχει νόημα να παρακολουθήσουμε άλλο τον καλλιτέχνη. Μόνο τη συνέχεια του παραπάνω, του περί ευνουχισμού, θα δώσω: «Όταν καταλάβουμε ότι ζούμε σε μια κοινωνία ευνουχισμένη και αδιάφορη για τον έρωτα, ότι τα περισσότερα κορίτσια μας που είναι συχνά σαν τα κρύα νερά παραπονούνται ότι δεν βρίσκουν ερωτικό σύντροφο, τότε ίσως θα γίνουν κατανοητά αυτά που θέλω να πω».
Μπα, σαν πού μας έβγαλε η βάρκα τώρα; Φοβάμαι στον άλλο αφόρητα κοινό τόπο, στη λειψανδρία, για λόγους, ξέρετε τώρα. Και όχι μόνο έλειψαν σήμερα οι άντρες και παραπονιούνται τα κορίτσια, μας λέει και ο κ. Τσόκλης, μα έλειψαν κι οι βιαστές, αυτοί οι «ερωτικοί άνθρωποι», που «ρισκάροντας τη ζωή τους» κτλ. κτλ., με ορολογία Τσόκλη.
Αλλά τι θλιβερό εντέλει, να θες να προκαλέσεις με «αναρχικές», λέει, απόψεις, και ουσιαστικά να συναντιέσαι με την πιο μαζική ιδεολογία –και όχι μόνο του αντρικού πληθυσμού– για τη γυναίκα που τα θέλει, που πάει γυρεύοντας, και άρα καλά να πάθει…, για την έλλειψη αντρών ή το έλλειμμα ανδρισμού τώρα, απότοκο του ευνουχιστικού πολιτισμού…
Πολιτισμού, είπα. Αυτού τον οποίο υπηρετεί, να φανταστείτε, ο κύριος Τσόκλης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου